Η στέβια κατάγεται από την Βραζιλία και από την νοτιοανατολική Παραγουάη.
Η στέβια κατάγεται από την Βραζιλία και από την νοτιοανατολική Παραγουάη.
Ανακαλύφθηκε από τον Ισπανό βοτανολόγο και γιατρό Petrus Jacobus Stevus, από τον οποίο πήρε και το όνομα της. Ο βοτανολόγος Moises Santiago Bertoni από την Σουηδία, που εργάζονταν στην Παραγουάη το 1899, έκανε λεπτομερή περιγραφή του φυτού και των γλυκαντικών ιδιοτήτων του. Οι Γάλλοι χημικοί M. Bridel και R. Lavielle το 1931 ξεχώρισαν τα συστατικά στεβιοσίδη και ρεμπαουδιοσίδη-Α, τα οποία ευθύνονται για την γλυκιά γεύση που έχουν τα φύλλα της.
Η καλλιέργεια της είναι πολύ εύκολη και σαν φυτό δεν έχει ιδιαιτέρες απαιτήσεις.
Θερμοκρασία: Καταλληλότερη θερμοκρασία για την ανάπτυξη της είναι από 15οC έως 30οC.
Πότισμα: Είναι ανθεκτική στην ξηρασία, αρκεί να είναι παροδική. Χρειάζεται αρκετό πότισμα αλλά τα νερά δεν πρέπει να λιμνάζουν, γιατί σαπίζουν οι ρίζες.
Έδαφος: Ευδοκιμεί καλύτερα σε αμμώδη, πηλώδη και καλοστραγγιζόμενα εδάφη. Το Ph τους θα πρέπει να κυμαίνεται από 4-7,5 μονάδες.
Η στέβια εκτός από την χρησιμότητα της για την γλυκάδα που μας δίνει, έχει και πολλές ευεργετικές ιδιότητες, όπως:
- Αντιδιαβητικές
- Αντιυπογλυκαιμικές
- Αντιυπερτασικές
- Αντισηπτικές
- Επουλωτικές
- Αντιοξειδωτικές
- Αντιβακτηριδιακές
- Αντιφλεγμονώδεις
Ακόμα ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού, προστατεύοντας τον, από ιούς, από ιογενείς καρκίνους και από βλάβες του DNA. Βοηθάει στην αντιγήρανση του δέρματος, στην στοματική υγεία και προλαμβάνει την ουλίτιδα, την πλάκα και την τερηδόνα των δοντιών.